Γιορτή σήμερα – Όσιος Γρηγόριος ο Α’ Διάλογος
Όσιος Γρηγόριος ο Α’, o Διάλογος
Σήμερα, Τρίτη 12 Μαρτίου, σύμφωνα με το εορτολόγιο του 2024 τιμάται η μνήμη του Οσίου Θεοφάνους του Ομολογητού, του Οσίου Γρηγορίου του Διαλόγου και του Οσίου Συμεών του Ευλαβούς
Σήμερα, σύμφωνα με το εορτολόγιο, έχουν γιορτή οι:
Θεοφάνης, Φάνης, Θεοφανία, Φάνια, Φανή, Φένια, Φανούλα *
* Υπάρχουν και άλλες ημερομηνίες που έχει γιορτή αυτό το όνομα.
Όσιος Γρηγόριος ο Α’, o Διάλογος
Ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ (540 – 12 Μαρτίου 604), κοινώς γνωστός ως Άγιος Γρηγόριος ο Μέγας, ήταν Πάπας Ρώμης της Χριστιανικής Εκκλησίας, από τις 3 Σεπτεμβρίου του 590 έως τον θάνατό του το 604.
Είναι ο Ποντίφικας με τον οποίο ξεκινά η μεσαιωνική περίοδος της Δυτικής Εκκλησίας.
Στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία η μνήμη του τιμάται στις 3 Σεπτεμβρίου. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους Πατέρες της Εκκλησίας. Είναι επίσης και οι εισηγητής του γρηγοριανού μέλους ως μουσικής των ιερών ακολουθιών της Δυτικής Εκκλησίας, το οποίο φέρει και το όνομά του.
Στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι γνωστός ως Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος και η μνήμη του τιμάται στις 12 Μαρτίου. Στην Ανατολή του δόθηκε η προσωνυμία Διάλογος, εξαιτίας ενός ομώνυμου έργου του (“Liber Dialogorum” – Βιβλίο Διαλόγων).
Η ζωή του
Ο Γρηγόριος, Πάπας από το 590 έως το 604, και ο τελευταίος των λατίνων Πατέρων της Δυτικής Εκκλησίας, γεννήθηκε στη Ρώμη γύρω στο έτος 540. Ανήκε στην ευγενή χριστιανική οικογένεια της Ρώμης, τους Ανικίου, και ο πατέρας του ήταν μέλος της ρωμαϊκής συγκλήτου. Η οικογένειά του είχε αναδείξει ήδη δύο Επισκόπους Ρώμης. Η μητέρα του, Σύλβια και δύο από τις αδελφές του πατέρα του αγιοποιήθηκαν από την Εκκλησία. Στα παιδικά και νεανικά του χρόνια έζησε τις οδυνηρές εμπειρίες των βαρβαρικών επιδρομών εναντίον της Ρώμης. Έλαβε πολύ καλή μόρφωση, σπούδασε νομικά και αρχικά ασχολήθηκε με τα κοινά. Το 573, σε ηλικία τριάντα τριών ετών, ο Γρηγόριος διορίστηκε Praefectus Urbi (έπαρχος της πόλης της Ρώμης), μια θέση ιδιαίτερα σημαντική, αλλά παραιτήθηκε μέσα σε ένα έτος για να ακολουθήσει τη μοναστική ζωή. Ίδρυσε με τη μεγάλη περιουσία του επτά μοναστήρια, εκ των οποίων τα έξι βρίσκονταν στα οικογενειακά του κτήματα στη Σικελία. Ένα έβδομο, που αφιέρωσε στον Άγιο Ανδρέα, δημιουργήθηκε στο Clivus Scauri της Ρώμη. Είναι πιθανό, τα μοναστήρια που ίδρυσε, να ακολουθούσαν το μοναστικό πρότυπο του οσίου Βενεδίκτου, αφού ο Γρηγόριος έτρεφε ιδιαίτερο θαυμασμό προς το μεγάλο διδάσκαλο του κοινοβιακού μοναχισμού και συνέγραψε και την μοναδική αξιόπιστη βιογραφία του οσίου.
Στα 578 η φήμη του ήταν τέτοια που ο Πάπας Βενέδικτος Α΄ (Benedictus I) τον διόρισε ως έναν από τους επτά Regionarii (διακόνους) της Ρώμης. Το επόμενο έτος απεστάλη από τον Πάπα Πελάγιο Β’ (Pelagius ΙΙ) Αποκρισάριος (nuntius) στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης[1]. Παρέμεινε στην Πόλη μέχρι το έτος 586, όπου απόκτησε πλούσιες εμπειρίες, χωρίς όμως να μάθει την ελληνική γλώσσα. Το ενδιαφέρον για την πατρίδα του υπήρξε αμείωτο, αφού παρακαλούσε τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582-602) να αντιμετωπίσει τη λογγοβαρδική εισβολή στην Ιταλία.
Μετά την επιστροφή του στη Ρώμη ο Γρηγόριος υπηρέτησε ως ηγούμενος στη Μονή του Αγίου Ανδρέα για περίπου πέντε έτη και παράλληλα εργάστηκε ως σύμβουλος και γραμματέας του Πάπα Πελάγιου Β΄. Το 590 η ζωή του άλλαξε ριζικά όταν ο Πελάγιος πέθανε και ο ίδιος επελέγη ομόφωνα ως διάδοχός του. Ενθρονίστηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.
Το έργο του
Ο Γρηγόριος χαρακτηρίστηκε από τους ιστορικούς ως ο πρώτος πάπας του Μεσαίωνα. Η αρχιερατεία του υπήρξε πετυχημένη, αφού κατόρθωσε και κέρδισε το σεβασμό, την αποδοχή, αλλά και τη συμπάθεια όλων, ακόμα και των αντιπάλων του. Στα χρόνια που παρέμεινε στον παπικό θρόνο, ο δυτικός κόσμος ήταν σε αναταραχή. Η Ιταλία ερημωνόταν από τους Λομβαρδούς (ή Λογγοβάρδους), και αντιμέτωπος με αυτήν την μανία ο αυτοκρατορικός Έξαρχος στη Ραβένα αποδεικνυόταν ανίσχυρος. Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι οι πολιτικές δυνάμεις ήταν ανίκανες να αναλάβουν την ασφάλεια των πολιτών τους, ο παπισμός, στο πρόσωπο του Γρηγορίου αναγκάστηκε να αναλάβει την ευθύνη για την ευημερία των ανθρώπων. Χρησιμοποιώντας τις δεξιότητες που είχε αποκτήσει όταν υπηρέτησε ως έπαρχος και πρεσβευτής, σύναψε συμφωνία στα 598 μεταξύ της Αγίας Έδρας και του Λομβαρδού δούκα Σπολέτο, σταματώντας την εισβολή και αποκαθιστώντας την ειρήνη και την ασφάλεια στη χώρα. Αναδιοργάνωσε επίσης τις απέραντες γαίες της εκκλησίας, στην περιοχή που εκτείνεται από την Τοσκάνη μέχρι τη Σικελία, εκεί που αργότερα θα ιδρύονταν τα παπικά κράτη. Μοναχός ο ίδιος, ο πρώτος που εξελέγη Πάπας, μεριμνά για τη διάδοση του μοναχισμού. Η αγγλοσαξωνική αποστολή του υπό την ηγεσία του Αγίου Αυγουστίνου του Καντέρμπουρυ, θα οδηγήσει τελικά στη μεταστροφή της Αγγλίας στον Χριστιανισμό. Αγωνίστηκε για την ομόνοια των επισκόπων της Ιλλυρίας και της βόρειας Ιταλίας από την ένταση που είχε δημιουργήσει η έριδα των Τριών Κεφαλαίων.
Αναμόρφωσε την παπική αυλή, πρόσφερε χρήματα στους φτωχούς από την κληρουχία του Αποστόλου Πέτρου, συντήρησε εκκλησιαστικά και δημόσια οικοδομήματα που υπέστησαν καταστροφές από τις βαρβαρικές επιδρομές, πλήρωνε στρατιωτικούς μισθούς και επανίδρυσε το Βικαριάτο της Αρελάτης (Αρλ). Κατά βάση υπήρξε νομιμόφρονας προς την αυτοκρατορική εξουσία, μολονότι εκδήλωσε κάποιες τάσεις παποκαισαρισμού.
Αντιμετώπισε τους Δονατιστές στη βόρεια Αφρική και έδειξε ουσιαστικό ενδιαφέρον για τον εκχριστιανισμό των ειδωλολατρών Λογγοβάρδων και τη μεταστροφή άλλων από τον Αρειανισμό στην Καθολική Εκκλησία.
Ο Γρηγόριος αντέδρασε στον τίτλο Οικουμενικός που, κατόπιν Συνοδικής απόφασης, εισήγαγε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Δ΄ Νηστευτής (582-595). Θεώρησε τον τίτλο αυτό εσφαλμένη αξίωση που αντίκειται στο πνεύμα διακονίας που μετέφερε ο Χριστός στους Αποστόλους του[2]. Έτσι, από αντίδραση υιοθέτησε για τον εαυτό του τον τίτλο servus servorum Dei (δούλος των δούλων του Θεού), τίτλο που φέρουν οι Πάπες της Ρώμης μέχρι σήμερα. Παρά το γεγονός αυτό, στα έργα του πρόβαλε το πρωτείο του Αποστόλου Πέτρου και της Αγίας Έδρας: «Petrus namque auctore Deo sanctae Ecclesiae principatum tenens…», Liber Regulae Pastoralis II, 6, 88-89.
Αγωνίστηκε για την εξάλειψη της σιμωνίας και την πνευματική εξύψωση κληρικών και λαϊκών. Αναδιοργάνωσε την εκκλησιαστική ζωή, εκλαΐκευσε τα δόγματα της πίστης, ώστε να είναι κατανοητά από τον απλό πιστό, και αναθεώρησε τη λατινική λειτουργία, εισάγοντας το γρηγοριανό μέλος και ιδρύοντας Σχολή ιεροψαλτών (Schola cantorum). Σημαντική ήταν και η συνεισφορά του στην ζωγραφική, καθώς υποστήριξε την άποψη πως η απεικόνιση θρησκευτικών επεισοδίων εντός των εκκλησιών ήταν πολύ χρήσιμη, καθώς μπορούσε να προσφέρει στους αναλφάβητους πιστούς τα ίδια αποτελέσματα με αυτά της ανάγνωσης των Γραφών από όσους ήξεραν να διαβάζουν. Η άποψη αυτή, από έναν άνθρωπο με τόσο ισχυρή εξουσία, αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό γεγονός στην ιστορία της Δυτικής τέχνης.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος θεωρείται από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως δημιουργός/συγγραφέας της Λειτουργίας των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων που τελείται κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και της Μεγάλης Εβδομάδος. Η Καθολική Εκκλησία δεν κάνει χρήση αυτής της λειτουργίας.
Ο Γρηγόριος κοιμήθηκε στις 12 Μαρτίου του έτους 604 (Τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την ίδια μέρα). Μετά από το θάνατό του αγιοποιήθηκε. Ονομάστηκε στη συνέχεια Πατέρας της Εκκλησίας και είναι ένας από τους δύο Ποντίφικες (ο άλλος είναι ο Λέων Α’) που περιβάλλεται με τον τίτλο Μέγας.
Απολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως
Στόμα γρήγορον καταπλουτήσας, νομεὺς ἄριστος τοῦ θείου λόγου, ἀνεδείχθης Ἱεράρχα Γρηγόριε, τῶν ἀρετῶν γὰρ ἐκφάντωρ γενόμενος, δικαιοσύνης ἐκφαίνεις τὴν ἔλλαμψιν Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμιν τὸ μέγα ἔλεος.