Στους ανήσυχους καιρούς που ζούμε, γνωρίζουμε ανθρώπους που έλκουν την καταγωγή τους από το βαθύ συναίσθημα, εκτός από τον τόπο τους. Γνωρίζουμε συγγραφείς που διαμορφώνουν την πένα τους ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες, με τις μνήμες αλλά και τις σύγχρονες επιρροές τους, αφήνουν τα πλήκτρα του υπολογιστή να σκιαγραφήσει πρόσωπα και συμπεριφορές στοχεύοντας στην ανάδειξη της προσωπικότητας των ηρώων τους. Διαγράφουν τροχιές επίμονης δημιουργίας για να προσεγγίσουν τον αναγνώστη και να τον κάνουν συνοδοιπόρο τους διαμορφώνοντας έντονες εικόνες στη φαντασία του. Η Νίκη Μπλούτη – Καράτζαλη με καταγωγή από τον΄Αγιο Γεώργιο Λιβαδειάς, πλούσιο συγγραφικό έργο και περγαμηνές φιλοξενείται αυτή την εβδομάδα στην “Ανήσυχη Πένα” καταρρίπτοντας τους μύθους που θέλουν τους συγγραφείς να ζουν μια μοναχική ζωή, αποτραβηγμένη από την κοινωνία και τους προβληματισμούς της και ενισχύοντας την εικόνα μιας σύγχρονης και κοινωνικά ευαίσθητης συγγραφέως.
Αγαπητή Νίκη καλώς όρισες στην “Ανήσυχη Πένα” που ανοίγει την πόρτα, δίνει βήμα για δέκα συνεχή χρόνια σε ανθρώπους ανήσυχους, με την δημιουργική έννοια, που έχουν να πουν ουσιώδη πράγματα μέσα από τα βιώματά τους, μέσα από τις καλλιτεχνικές τους ανησυχίες. Εσύ, σαν συγγραφέας που κινείται με βάση την επικαιρότητα και τα προβλήματά της, πόσο ευαισθητοποιημένη είσαι με τους ανθρώπους που τα βιώνουν, ποιο στοιχείο του χαρακτήρα σου ενεργοποιείς περισσότερο για να γράψεις;
Κατερίνα θέλω γι’ αρχή να σ’ ευχαριστήσω για τη φιλοξενία στην Ανήσυχη Πένα και για την ευκαιρία που μου δίνεις μέσα από αυτή τη συνέντευξη να μιλήσουμε για τα βιβλία μου, καθώς και τις καλλιτεχνικές μας ανησυχίες, όπως ανέφερες.
Πιστεύω πως η ενσυναίσθηση είναι το στοιχείο που αποτελεί την ουσία των ανθρώπινων σχέσεων. Μέσα από αυτή μπορούμε να αναγνωρίσουμε όχι μόνο αυτά που βλέπουμε, αλλά και αυτά που δεν βλέπουμε, τα συναισθήματα και τις σκέψεις που βρίσκονται πίσω από τις πράξεις των ανθρώπων. Αν δε διαθέτεις ενσυναίσθηση δεν μπορείς να περιγράψεις, για παράδειγμα, πώς αισθάνεται ένας άστεγος, ένας άνεργος, ένας φυλακισμένος… Κι όλα αυτά στο μέτρο του δυνατού φυσικά. Για έναν συγγραφέα εννοώ, είναι πολύ εύκολο να περιγράψει ένα τοπίο ή τα συναισθήματα ενός ερωτευμένου, όταν τα έχει βιώσει κι ο ίδιος. Το να εμβαθύνει όμως στην ψυχολογία κάποιων ανθρώπων διαφορετικών, οι οποίοι βιώνουν τόσο άσχημες καταστάσεις είναι πολύ δύσκολο. Σαν έννοια ίσως να ακούγεται κατανοητή αλλά στην πράξη συχνά είναι δύσκολο να επιτευχθεί, ακόμα και αν πρόκειται για ανθρώπους που γνωρίζουμε χρόνια.
H διαδρομή σου στον δρόμο της λογοτεχνίας είναι μεγάλη, με πολλές στάσεις σε νέα βιβλία, παρουσιάσεις, συμμετοχές σε διαγωνισμούς, νέες εμπνεύσεις που σκέφτομαι ότι μπορεί να φυλάς στο συρτάρι σου. Ποιο από τα βιβλία σου έχει μέσα τα περισσότερα βιωματικά στοιχεία;
Το ‘’Κάποτε στον Παράδεισο’’, το οποίο είναι αφιερωμένο και στο όμορφο χωριό μου και στους ανθρώπους που αγάπησα. Είναι γεμάτο από όμορφες αναμνήσεις που φύλαξα στο σεντούκι της καρδιάς μου σαν πολύτιμο και ανεκτίμητο θησαυρό. Μ’ αυτό το βιβλίο πέρασα πολύ όμορφα όταν το έγραφα. Σε κάθε σελίδα του ξυπνούσαν οι όμορφες αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια. Με τη συντροφιά του μικρού Δημοσθένη, περπάτησα ξανά στα μονοπάτια του χωριού μου, περάσαμε απ’ όλες τις γειτονιές του και μοιραστήκαμε πολλές όμορφες στιγμές από εκείνα τα υπέροχα χρόνια. Όλα τα ήθη, τα έθιμα και οι παραδόσεις του τόπου μου αναβίωσαν μέσα στις σελίδες του. Τα παρατσούκλια των ανθρώπων και η ντοπιολαλιά τους πρόσθεσαν ένα ιδιαίτερο άρωμα παλιάς εποχής … Διαβάζοντας το “Κάποτε στον Παράδεισο”θα αισθανθείς έντονα το συναίσθημα της χαρμολύπης και της νοσταλγίας. Το βιβλίο αγαπήθηκε πολύ από τους αναγνώστες κι αυτό με συγκινεί βαθιά.
Μου δόθηκε η ευκαιρία να σε γνωρίσω και από κοντά και να καταγράψω την συγγραφική σου αύρα. Ο γραπτός λόγος σου μεταφέρει τα σύγχρονα προβλήματα στον αναγνώστη με έναν γλαφυρό τρόπο, άμεσο και ειλικρινή. Πιστεύεις ότι η ειλικρίνεια του συγγραφέα είναι μια αρετή αναγκαία σε ένα μυθιστόρημα, ή το “ψέμα” της μυθοπλασίας δημιουργεί ωραιότερες ιστορίες ιντριγκάροντας τον αναγνώστη;
Η αλήθεια είναι πως σε όλα τα βιβλία μου με διακρίνει η ειλικρίνεια. Κι αυτό οφείλεται στο ότι τα θέματά τους πηγάζουν από την καθημερινότητά μας. Βέβαια αυτό που κεντρίζει περισσότερο τον αναγνώστη είναι σίγουρα η μυθοπλασία και το σασπένς. Ένας συγγραφέας όμως δεν μπορεί να αγνοήσει το τι συμβαίνει γύρω του, ειδικά στα δύσκολα χρόνια που διανύουμε. Οπότε, εύλογα θα ασχοληθεί με τα προβλήματα που μας ταλανίζουν στην καθημερινότητά μας. Θα μιλήσει για τη φτώχεια, για τη βία, για την ανεργία… Όλα αυτά δεν είναι εφικτό να τα ντύσει με ένα όμορφο ψέμα όσο κι αν το επιθυμεί.
Οι ήρωές σου έχουν πολλά διαφορετικά στοιχεία χαρακτήρων. Ευαίσθητοι, βαθιά ανθρώπινοι, δραματικοί, αποφασιστικοί, ισορροπούν επικίνδυνα πάνω σε τεντωμένο σκοινί συνθηκών ζωής. Η πένα φτάνει πολύ βαθιά και όπως αναφέρεις σε μια σου συνέντευξη “είναι φοβερά δύσκολο να υπάρξει ψυχική ισορροπία στις μέρες μας”. Πόσο δύσκολο είναι να ανιχνεύσει ένας συγγραφέας τον πυρήνα της ιστορίας του; Να βρει το θέμα του και να το δομήσει στις λεπτομέρειές του;
Δυστυχώς έτσι είναι Κατερίνα. Η κοινωνία μας σήμερα βρίθει από ανθρώπους απελπισμένους. Ένας στους τρεις Έλληνες χρίζει ψυχολογικής στήριξης, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες. Κάθε οικογένεια έχει τουλάχιστον ένα άτομο που πάσχει από κατάθλιψη. Η μοναξιά είναι μάστιγα της εποχής μας. Ο θυμός, η θλίψη, ο φόβος, η ανασφάλεια είναι μερικά από τα συναισθήματα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Κι αυτό που μας ανησυχεί περισσότερο σαν γονείς, είναι το μέλλον των παιδιών μας.
Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, θεωρώ πως όλα ξεκινάνε από το θέμα που θα επιλέξεις να αφηγηθείς. Ενίοτε ο αναγνώστης επιθυμεί να διαβάσει ένα βιβλίο που να τον ταξιδέψει ευχάριστα. Το αντιλαμβάνομαι και το σέβομαι σαν άνθρωπος. Σαν συγγραφέας όμως, δεν μπορώ να αγνοήσω το τι συμβαίνει γύρω μου. Αδυνατώ να προσπεράσω την απελπισία που διαγράφεται στα μάτια των συνανθρώπων μου. Δεν μου το επιτρέπει η ιδιοσυγκρασία μου. Τα θέματα που επιλέγω δεν είναι ευχάριστα και απαιτούν μεγάλη προσοχή στη λεπτομέρεια. Άλλωστε, τίποτα δεν είναι εύκολο στη συγγραφή.
Διήγημα ή μυθιστόρημα; Υπάρχει δίλημμα;
Και τα δυο. Με μια μικρή προτίμηση στο διήγημα.
Για το μυθιστόρημα πρέπει να αφιερώσεις πολλές ώρες εργασίας μέχρι να το ολοκληρώσεις. Θα πρέπει να προσέχεις πολύ να μην γίνονται επαναλήψεις, γιατί κουράζουν τον αναγνώστη. Είναι ένα μακρύ ταξίδι από τη στιγμή που ξεκινάς μέχρι να φτάσεις στον επίλογο. Κουραστικό ίσως, αλλά πάντα σε ανταμείβει με ένα ευχάριστο συναίσθημα όταν ολοκληρώνεται.
Με το διήγημα είναι εντελώς διαφορετικά. Θα πρέπει να αφηγηθείς την ιστορία σου μέσα σε λίγες σελίδες δίνοντας την ουσία και αφαιρώντας κάθε περιττή λεπτομέρεια.
Αν τα βιβλιοπωλεία όπως λέει ο Μπόρχες είναι ο πραγματικός παράδεισος, ποια απ΄τα δικά σου βιβλία θα έβαζες μέσα;
Σίγουρα το ‘’Κάποτε… στον Παράδεισο’’ . Όσο για τα άλλα βιβλία μου δεν θέλω να αδικήσω κανένα… Θα μπορούσαν κι αυτά όμως να έχουν μια θέση στον Παράδεισο.
Ποια ηρωίδα των βιβλίων προσεγγίζει περισσότερο τον χαρακτήρα σου, ποια σε απωθεί και ποια θα ήθελες να “επαναφέρεις” σε επόμενη συγγραφική σου δουλειά;
“Στα διηγήματα αρκετές από τις ιστορίες μου είναι βιωματικές. Στο διήγημα “΄Αδεια φωλιά” για παράδειγμα, μιλάω εγώ σε πρώτο πρόσωπο, στην κόρη μου.Το διήγημα “΄Ερχονται στιγμές”, είναι αφιερωμένο στους γονείς μου. Ξεχωρίζω αυτά τα δυο επειδή γράφτηκαν με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση. Αφορούν καθαρά τα δικά μου συναισθήματα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Αυτό που ανακάλυψα όμως όταν δημοσιεύτηκαν, είναι πως εκφράζουν πολλές γυναίκες.Θα ήθελα πολύ στο απώτερο μέλλον να μπορέσω να συνεχίσω την ιστορία του μικρού Δημοσθένη από το ‘’Κάποτε στον Παράδεισο’’. Η γιαγιά των παιδιών η κυρία Αγγελική, είναι η αγαπημένη μου ηρωίδα, είναι αυτή που θα ήθελα να επαναφέρω και να συνεχίσω την ιστορία τους.
Με αφορμή το διήγημα σου με τίτλο ‘’Ούτε θα γίνουμε ποτέ;’’ θα ήθελα να σε ρωτήσω σε ποιο βαθμό σε αγγίζουν θέματα ανθρωπιστικού ενδιαφέροντος όπως το προσφυγικό. Διακρίνω στο διήγημα σου βαθιά ενσυναίσθηση που εκτός από την συγγραφική σου δεινότητα αποκαλύπτει και ανθρώπινη ευαισθησία.
Το διήγημα ‘’Ούτε θα γίνουμε ποτέ;’’ στάθηκε η αφορμή να ξεκινήσει η συνεργασία μου με την τοπική εφημερίδα Διάβημα. Ήταν το πρώτο που έστειλα προς δημοσίευση και είχε μεγάλη απήχηση στους αναγνώστες. Ο επίλογος του κειμένου δίνει ξεκάθαρα το μήνυμα που θέλω να περάσω στους συνανθρώπους μου.
‘’–Γιαγιά, εμείς δεν είμαστε πρόσφυγες, ε; ρωτάει δυνατά την κυρία που τον συνοδεύει.
–Όχι αγόρι μου, δεν είμαστε… του απαντάει εκείνη σιγανά.
Έχουν σταθεί δυο μέτρα πιο κάτω και περιμένουν το φανάρι ν’ ανάψει για να ξεκινήσουν ξανά.
–Ούτε θα γίνουμε ποτέ; Την ξαναρωτάει με την ψιλή φωνούλα του.
Ποτέ δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει η ζωή. Σαν λαός έχουμε βρεθεί στη θέση των προσφύγων αρκετές φορές. Ένας πόλεμος μαίνεται στη γειτονιά μας και κανείς δε γνωρίζει τι θα επακολουθήσει. Η ανθρωπιστική κρίση που υπάρχει στις μέρες μας μονάχα με ένα αντίδοτο μπορεί να αντιμετωπιστεί. Κι αυτό για μένα λέγεται Αλληλεγγύη. Η Αλληλεγγύη σχετίζεται με τη συμπαράσταση και την αλληλοβοήθεια. Στηρίζεται στο αίσθημα ενότητας μεταξύ των ανθρώπων. Η συνεισφορά προς αλλήλους είναι το κύριο χαρακτηριστικό της. Όταν ένας ολόκληρος πληθυσμός μιας χώρας υποφέρει από πείνα, έλλειψη στέγης και έλλειψη περίθαλψης πρέπει να βάλουμε όλοι ένα λιθαράκι για να απαλύνουμε τον πόνο τους. Δεν υπάρχει για μένα τίποτα χειρότερο από το να πεινάει ένα παιδί στον κόσμο, να κινδυνεύει ή να πνίγεται. Είναι τραγικό! Όλοι έχουμε προβλήματα στις μέρες μας αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται μ’ αυτό. Φέρουμε ευθύνη όταν αδιαφορούμε για τα εγκλήματα που λαμβάνουν χώρα δίπλα μας. Οφείλουμε σαν άνθρωποι να συμβάλλουμε ο καθένας από το δικό του ‘’μετερίζι’’ για να αποσοβηθούν τέτοιες αποτρόπαιες καταστάσεις.
Και θα επιλέξω να κλείσω Κατερίνα μου με κάποιους στίχους του Κ. Παλαμά, οι οποίοι είμαι σίγουρη πως θα αγγίξουν ακόμα και τις πιο ‘’σκληρές’’ καρδιές.
‘’Στην αργατιά, στη χωρατιά το χιόνι, η γρίπη, η πείνα, οι λύκοι,
ποτάμια, πέλαγα, στεριές, ξολοθρεμός και φρίκη.
Χειμώνας άγριος. Κι η φωτιά, καλοκαιριά στην κάμαρά μου.
Ντρέπομαι για τη ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου.’’
Πηγή: Ανήσυχη πένα